Η Εθνική στους «16» του Μουντιάλ με την καλύτερη εμφάνιση της τελευταίας δεκαετίας, 2-1 την Ακτή Ελεφαντοστού * Σάμαρης στο 42’ και Σαμαράς στο 93’ με πέναλτι, οι σκόρερ * Τρία δοκάρια η «γαλανόλευκη» * Την Κυριακή με Κόστα Ρίκα
Όταν το θέλεις πολύ και το πιστεύεις περισσότερο, τα πάντα γίνονται ακόμα και όταν όλοι οι οιωνοί είναι εναντίον σου! Θα ήταν μια από τις μεγαλύτερες ποδοσφαιρικές αμαρτίες να μη νικήσει και να μην προκριθεί η Ελλάδα με τέτοια εμφάνιση…
Και η… παγκόσμια δικαιοσύνη της μπάλας ήταν παρούσα στο Εστάντιο Καστελάο της πόλης Φορταλέζα, έβλεπε τι γινόταν σε όλη την αναμέτρηση, δεν έκλεισε τα μάτια και έπραξε τα δέοντα.
Με την καλύτερη εμφάνιση της «γαλανόλευκης» την τελευταία δεκαετία (ναι, καλά καταλάβατε, από το έπος του Euro 2004 εννοούμε) και με τρία δοκάρια δεν μπορούσε να γίνει τίποτα διαφορετικό από το να περάσει η Εθνική. Όπως και έγινε λίγο πριν από τη 01.00 της Τετάρτης (25/6, ώρα Ελλάδας), όταν ο ρέφερι Κάρλος Βέρα από το Εκουαδόρ σφύριξε τη λήξη με τελικό αποτέλεσμα Ελλάδα - Ακτή Ελεφαντοστού 2-1.
Η Εθνική πήρε αυτό που άξιζε, γιατί απλούστατα ήταν μακράν ανώτερη σε όλη τη διάρκεια του ματς. Με σωστές αλληλοκαλύψεις, στιβαρή αμυντική λειτουργία, μαρκαρίσματα - πίεση των αντιπάλων ψηλά και πολυδιάστατη ανάπτυξη επιθετικά (κυρίως από τα άκρα), η Ελλάδα είχε σχεδόν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του γηπέδου παίκτη παραπάνω σε σχέση με τους Ιβοριανούς.
Αποτέλεσμα των σωστών μαρκαρισμάτων, των μικρών αποστάσεων και των επίκαιρων θέσεων των διεθνών μας ήταν και το πρώτο γκολ, όταν ο Σάμαρης έκλεψε την μπάλα, έπαιξε το 1-2 με τον Σαμαρά και ο μέσος του Ολυμπιακού στο 42’ έγραψε το 1-0.
Ένα γκολ που η Ελλάδα θα μπορούσε να το πετύχει νωρίτερα με κορυφαία στιγμή το οριζόντιο δοκάρι του Χολέμπας στο 33’…
Η μεστή παρουσία της «γαλανόλευκης», που εμπεριείχε και δημιουργικό ποδόσφαιρο (προς απάντηση σε όσους θεωρούσαν πως οι Έλληνες παίζουν μόνο ταμπούρι πίσω και ό,τι βγει μπροστά), συνεχίστηκε και στο δεύτερο ημίχρονο. Ακόμα και στο διάστημα 46’-60’, κατά το οποίο η Ακτή Ελεφαντοστού προσπάθησε να πιέσει, η Ελλάδα έβγαινε πιο σωστά και συντονισμένα μπροστά από την αντίπαλη περιοχή.
Έτσι, οι Αφρικανοί δεν μπορούσαν να γίνουν απειλητικοί, ενώ η Εθνική ήταν ξανά αυτή που έκανε τις ευκαιρίες κυνηγώντας το δεύτερο γκολ, το οποίο μας το αρνήθηκε η τύχη δύο φορές. Αρχικά στο 68’ με τη βολίδα του Καραγκούνη στο οριζόντιο δοκάρι αλλά και στο 79’ με το σουτ από πλάγια θέση του Τοροσίδη, που σταμάτησε ξανά στο δοκάρι.
Και το τρίτο δοκάρι της Ελλάδας ήρθε λίγο μετά το γκολ της ισοφάρισης των «Ελεφάντων», όταν στη δεύτερη τελική τους κατάφεραν να στείλουν την μπάλα στα δίχτυα του Γλύκου στο 73’.
Οι διεθνείς, παρ' όλα αυτά, δεν το έβαλαν κάτω και δεν απογοητεύτηκαν ούτε στιγμή. Συνέχισαν να πιέζουν και να βγαίνουν μπροστά. Ακόμα και όταν συμπληρώθηκαν τα 90 λεπτά, η Εθνική το πάλευε. Έτσι, στο 90’+2, ο Σαμαράς κέρδισε το πέναλτι από τον Σίο (που κάνει κίνηση μεν, αλλά δεν ακουμπά καν τον άσο της Σέλτικ), το οποίο μετέτρεψε σε γκολ στο επόμενο λεπτό διαμορφώνοντας το τελικό 2-1.
Οι ατυχίες που δεν μας πτόησαν και οι κορυφαίοι
Σε αυτό το ματς έγιναν τα… απίστευτα. Και δεν αναφερόμαστε στα τρία δοκάρια, αλλά στις δύο αναγκαστικές αλλαγές, που «χτύπησαν» την Εθνική από νωρίς. Πρώτα ο Κονέ, ο οποίος αντικαταστάθηκε μόλις στο 12’, και εν συνεχεία ο Καρνέζης στο 24’… Ωστόσο, ουδείς πτοήθηκε και αυτό αποδείχθηκε επί χόρτου.
Όλα αυτά ατσάλωσαν την Ελλάδα κι έτσι, όσο περνούσε η ώρα, γινόταν και καλύτερη, αφού μέχρι τα μισά του πρώτου ημιχρόνου, πέρα από κάποιες σέντρες, δεν υπήρχε ούτε υποψία φάσης μπροστά από τις δύο εστίες.
Ο Σάντος, λοιπόν, είχε μελετήσει εξαιρετικά την Ακτή και την εγκλώβισε. Και αυτό φάνηκε γιατί, παρά την αχρήστευση των δύο από τις τρεις διορθωτικές κινήσεις ελέω των τραυματισμών, το πλάνο του ήταν σωστό και του βγήκε. Έτσι, η Ακτή σταδιακά έδειχνε εκνευρισμένη και περιορίστηκε με το να λειτουργεί μέσα στο γήπεδο μόνο ως μονάδες ξεχωριστές (είτε με τον Γιάγια Τουρέ είτε με τον Ζερβίνιο και τον Ντρογκμπά) και όχι ως σύνολο. Το ακριβώς αντίθετο, δηλαδή, από την Ελλάδα.
Η Εθνική είχε πάθος, ψυχή, θέληση, αλλά έπαιξε και μπαλάρα. Και αυτό δεν είναι η κριτική της στιγμής για τη θριαμβευτική πρόκριση στις 16 καλύτερες ομάδες του κόσμου. Είναι η πραγματικότητα.
Οι διεθνείς έκαναν πολύ μεγάλο παιχνίδι και είχαν ποιότητα. Τόσο αμυντικά με τον καταπληκτικό Μανωλά (ο κορυφαίος όλων), τον εξαιρετικό Χολέμπας (έκανε το καλύτερο παιχνίδι του με το εθνόσημο) όσο και επιθετικά με την εμφάνιση-αποκάλυψη του Λάζαρου Χριστοδουλόπουλου, κινούμενου στα άκρα.
Αυτή ήταν η τριάδα που έβγαλε μάτια! Μη νομίζετε, όμως, πως οι καλοί τελειώνουν εδώ… Ο Μανιάτης συνέχισε με τη φόρα από την αναμέτρηση με τους Ιάπωνες ως κλασικός κόφτης, ο Σάμαρης έκανε απίστευτη δουλειά στο κέντρο, ο Καραγκούνης ήταν συγκινητικός και σταθερή αξία ο Παπασταθόπουλος στα μετόπισθεν.
Ο Σαμαράς, με συμμετοχή στο πρώτο γκολ, ήταν ο ψύχραιμος που πήρε την ευθύνη και από τα δικά του πόδια γράφτηκε με το πέναλτι στις καθυστερήσεις το τελικό αποτέλεσμα, ενώ δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε τη φιλοτιμία τόσο του Τοροσίδη όσο και του Σαλπιγγίδη, για να καταδείξουμε την αξία της συνολικής προσπάθειας που οδήγησε την Ελλάδα για πρώτη φορά στην ιστορία της στους «16» του Μουντιάλ, όπου την Κυριακή (29/6) αντιμετωπίζει σε νοκ άουτ ματς την αξιοθαύμαστη έως τώρα Κόστα Ρίκα.
Διαιτητής της αναμέτρησης ήταν ο Κάρλος Βέρα με βοηθούς τους Κρίστιαν Λεσκάνο, Μπάιρον Ρομέρο (όλοι από το Εκουαδόρ). Ο ρέφερι ήταν καλός, αλλά έχασε τη φάση του πέναλτι. Ωστόσο, αν αναλογιστούμε πως ακόμα και ο ίδιος ο Σίο, που ήταν στη φάση με τον Σαμαρά, όπως και οι υπόλοιποι συμπαίκτες του δεν κατάλαβαν καν τι συνέβη για να διαμαρτυρηθούν, γίνεται αντιληπτό πως ήταν πολύ εύκολο να γίνει το λάθος, το οποίο δεν κατάλαβε κανείς τους, αφού δέχθηκαν την απόφαση και απλά ήταν απογοητευμένοι για την εξέλιξη...
Κίτρινη: 37' Ντρογκμπά, 62' Καλού, 70' Ντιέ.
ΕΛΛΑΔΑ (Φερνάντο Σάντος): Καρνέζης (24’ λ.τρ. Γλύκος), Τοροσίδης, Μανωλάς, Παπασταθόπουλος, Χολέμπας, Μανιάτης, Καραγκούνης (77’ Γκέκας), Κονέ (12’ λ.τρ. Σάμαρης), Σαλπιγγίδης, Χριστοδουλόπουλος, Σαμαράς.
ΑΚΤΗ ΕΛΕΦΑΝΤΟΣΤΟΥ (Σαμπρί Λαμουσί): Μπαρί Κοπά, Μποκά, Κόλο Τουρέ, Οριέ, Μπαμπά, Τιοτέ (61’ Μπόνι), Σερεΐ Ντιέ, Γιάγια Τουρέ, Ζερβίνιο (82’ Σίο), Καλού, Ντρογκμπά (78’ Ντιομαντέ).